Το 4ο Μνημόνιο και οι Ριζοσπάστες

Αυτές τις ημέρες τα νησιά του Ιονίου σημαιοστολίζονται και τιμούν με παρελάσεις και εκδηλώσεις μνήμης την Ένωση τους με την Ελλάδα, η οποία έγινε την 21η Μαΐου 1864.
Αυτή ήταν η πρώτη επέκταση του μικρού ελληνικού βασιλείου, το οποίο πλέον περνούσε στα χέρια ενός νεαρού μονάρχη Γεωργίου Α’. αρά τις προσπάθειες να εμφανιστεί η ένωση των Επτανήσων ως «προικιό» στον Γεώργιο από τη Μεγάλη Βρετανία, πολλές φορές ξεχνάμε τον σημαντικό αγώνα μιας ομάδας ανθρώπων οι οποίοι αφιέρωσαν τη ζωή τους στον αγώνα κατά της αγγλικής «προστασίας». Οι Ριζοσπάστες έδωσαν ότι είχαν προκειμένου να ξεσηκώσουν τα Επτάνησα απαιτώντας την ένωσή τους με την Ελλάδα. Το κόμμα τους ήταν το πρώτο στον ελληνικό χώρο με κομματική δομή και παρά το γεγονός ότι ήταν βουλευτές στην Ιόνιο Βουλή οι διώξεις που υπέστησαν από τους Βρετανούς ήταν ανηλεείς – εξορίες, βασανιστήρια, λογοκρισία.

Ήταν ευτυχής συγκυρία ότι η αλλαγή των βρετανικών συμφερόντων συνέπεσε με την αλλαγή δυναστείας στην Ελλάδα και η λύση στην κοινωνική πίεση στα Επτάνησα δόθηκε με την παραχώρησή τους. Κι όμως, οι γνήσιοι εκείνοι Ριζοσπάστες, οι πρωτεργάτες του αγώνα, έμειναν πιστοί μέχρι τέλους στις αξίες τους. Την ημέρα που οι Έλληνες πανηγύριζαν την πραγματοποίηση του προαιώνιου πόθου, εκείνοι πεισματικά έμειναν μέσα στα σπίτια τους. Ήταν η δική τους πράξη προσωπικής αντίστασης σε μια εξέλιξη που εκείνοι δεν έβλεπαν ως απελευθέρωση αλλά μετάθεση της βρετανικής προστασίας όχι πια στα Ιόνια νησιά, αλλά σε όλη την Ελλάδα. Ρομαντικοί θα πει κανείς, σίγουρα όμως τίμιοι στα πιστεύω τους.
Από την ημέρα της Ένωσης πέρασαν 153 χρόνια. Όσα ακριβώς και οι ψήφοι κάποιων άλλων οι οποίοι πουλώντας ριζοσπαστισμό – και μάλιστα αριστερό – διαπραγματεύθηκαν τόσο καλά που υπέγραψαν μια καθαρή επιτροπεία, μια νέα «προστασία». Οι άνθρωποι που έστησαν καριέρες πουλώντας ελπίδα, εκείνοι που θα αποτίνασσαν την «αποικιοκρατία των Βρυξελλών» και «δεν χρωστούσαν»» ξαφνικά αναγνωρίζουν ότι με το PSI έγινε πρόοδος στο ζήτημα του χρέους το 2012!

Το τέταρτο Μνημόνιο βαφτίζεται «μεσοπρόθεσμο» και δεσμεύει τη χώρα μέχρι το 2021. Δύο χρόνια σχεδόν χρειάστηκε για να κλείσει μια αξιολόγηση ενός προγράμματος το οποίο σχεδιάστηκε για να προσγειώσει στην πραγματικότητα τους Συνασπισμένους «ριζοσπάστες» της Αριστεράς και τους επίσης «ριζοσπάστες» της Δεξιάς που σήμερα κυβερνούν. Παρά τις προσπάθειες να μας πείσουν ότι ζούμε στη δική τους εικονική πραγματικότητα η αλήθεια είναι ότι συνηθίσαμε να βαφτίζουμε τη νεκροφάνεια στην οποία βρισκόμαστε ως σταθερότητα. Πανηγυρίζουν για αντίμετρα τα οποία προφανώς δεν μπορούν να υλοποιηθούν με τόσο υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, ενώ τα πρώτα σημάδια στην πραγματική οικονομία δείχνουν κατάρρευση των εσόδων και πρωτογενές έλλειμμα 404 εκατ. ευρώ. Τα νέα μέτρα που νομοθετούν στοχεύουν στην καρδιά όλους αυτούς στους οποίους αφειδώλευτα πούλησαν ελπίδα: δημόσιοι υπάλληλοι, συνταξιούχοι, εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, ελεύθεροι επαγγελματίες –για τη δική μας γενιά ούτε λόγος.

Θα μου πείτε δεν είχαν δικαίωμα στο λάθος; Προφανώς. Και θα ήταν και κατανοητό σε ένα βαθμό αν είχαν το πολιτικό θάρρος να ζητήσουν συγγνώμη από τον ελληνικό λαό. Να πουν «σφάλλαμε, υπολογίσαμε λάθος». Ίσως εξασφάλιζαν την πολιτική τους επιβίωση. Μπορούσαν; Είχαν τη δυνατότητα με το 0,5% του ΑΕΠ από τα πρωτογενή πλεονάσματα να ανακουφίσουν από τον ΕΝΦΙΑ, τον φόρο στο κρασί, να εξασφαλίσουν την είσοδο όλων των παιδιών σε βρεφονηπιακούς σταθμούς. Όμως όχι, επέλεξαν να χτίσουν κομματικούς στρατούς να βάλουν κι άλλους φόρους. Κοιτούν με ύφος επιτιμητικό την κοινωνία, παριστάνουν τους ευαίσθητους, και δηλώνουν χωρίς ντροπή πως ελλείψει μαζικής αντίδρασης είναι νομιμοποιημένοι να κάνουν τα πάντα.

Οι παλαιοί εκείνοι Ριζοσπάστες όταν είδαν αυτό που οραματίστηκαν να μη συμβαίνει με τον τρόπο που ήθελαν έκαναν στην άκρη. Δεν κρίνουμε αν έπραξαν σωστά, διακρίνουμε όμως το ήθος τους. Δεν εξαργύρωσαν θέσεις, δεν έμειναν δεμένοι στις βουλευτικές καρέκλες. Επέλεξαν τη σιωπή και την πολιτική αξιοπρέπεια. Στον δικό μας αιώνα οι φέροντες το όνομα τους όταν η πραγματικότητα τους χτύπησε την πόρτα, αποφάσισαν να επιμείνουν στο λάθος και να χρεώσουν τη χώρα για να μη χάσουν τα προνόμια που απέκτησαν. Αν τιμούσαν κατ’ ελάχιστον την ιδεολογία τους θα είχαν προσφύγει ήδη στη λαϊκή ετυμηγορία.

Μοιράσου το όραμά μου